Αδύναμος στα αγγλικά

Μετάφραση: αδύναμος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frail, feeble, weak, powerless, weaker, weakest
Αδύναμος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αδύναμος

weak
  • αδύναμος
  • αδύνατος

Σχετικές λέξεις: αδύναμος

αδύναμος βικιλεξικο, αδύναμος συνώνυμα, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύναμος οργανισμός, αδύναμος χαρακτήρας, αδύναμος λεξικό γλώσσας αγγλικά, αδύναμος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αδυναμία στα αγγλικά - frailty, weakness, inability, shortcoming, failure, impossibility
  • αδυνατίζω στα αγγλικά - slim, debilitate, tabefy, pine, depress, weaken
  • αδύνατον στα αγγλικά - impossible, not, not possible, unable, can not
  • αδύνατος στα αγγλικά - puny, weak, impossible, thin, impossible to, not possible
Τυχαίες λέξεις
Αδύναμος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: frail, feeble, weak, powerless, weaker, weakest