Ζευγαρώνω στα δανικά

Μετάφραση: ζευγαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
partner, ægtefælle, mate, kammerat, mage, styrmand, makker
Ζευγαρώνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζευγαρώνω

ζευγαρώνω λεξικό γλώσσας δανικά, ζευγαρώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ζευγάρι στα δανικά - par, parret, nogle
  • ζευγάς στα δανικά - par, pair, parret, sæt
  • ζεύξη στα δανικά - netværk, net, kobling, koblingen, sammenkobling, koblingens
  • ζεύω στα δανικά - zefo
Τυχαίες λέξεις
Ζευγαρώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: partner, ægtefælle, mate, kammerat, mage, styrmand, makker