Ζωτικότητα στα δανικά

Μετάφραση: ζωτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vitalitet, livskraft, levedygtighed, vitaliteten
Ζωτικότητα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζωτικότητα

ζωτικότητα συνώνυμο, ζωτικότητα λεξικό γλώσσας δανικά, ζωτικότητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ζωντανός στα δανικά - bo, levende, frisk, sund, fræk, live, i live, ...
  • ζωτικός στα δανικά - vital, afgørende, vigtigt, afgørende betydning, af afgørende betydning
  • ζωφόρος στα δανικά - frise, frieze
  • ζόρι στα δανικά - kraft, force, gældende, gælder
Τυχαίες λέξεις
Ζωτικότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vitalitet, livskraft, levedygtighed, vitaliteten