Ζωτικότητα στα ολλανδικά

Μετάφραση: ζωτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vitaliteit, levenspunten, de vitaliteit, levenskracht, vitaliteit te
Ζωτικότητα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζωτικότητα

ζωτικότητα συνώνυμο, ζωτικότητα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ζωτικότητα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ζωντανός στα ολλανδικά - tierig, wonen, alarm, druk, vrijpostig, licht, wakker, ...
  • ζωτικός στα ολλανδικά - essentieel, beslissend, vitaal, essentiële, vitale, vitaal belang
  • ζωφόρος στα ολλανδικά - fries, frieze
  • ζόρι στα ολλανδικά - wijsje, deun, deuntje, melodie, inspanning, ras, stam, ...
Τυχαίες λέξεις
Ζωτικότητα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vitaliteit, levenspunten, de vitaliteit, levenskracht, vitaliteit te