Ιατρική στα δανικά
Μετάφραση: ιατρική, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιατρική
ιατρική διάσταση, ιατρική μέριμνα, ιατρική αθηνών, ιατρική λάρισας, ιατρική εταιρεία αθηνών, ιατρική λεξικό γλώσσας δανικά, ιατρική στα δανικά
Μεταφράσεις
- ιαγουάρος στα δανικά - jaguar, jaguaren, Jaguars, jaguarer
- ιατρείο στα δανικά - operation, kirurgi, apotek, apoteket, officinet
- ιατρικός στα δανικά - medicinsk, medicinske, lægelig, læge, lægelige
- ιατρός στα δανικά - doktor, læge, lægen, læge med, lægens
Τυχαίες λέξεις
Ιατρική στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet
Μεταφράσεις: lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet