Κάμπτω στα δανικά
Μετάφραση: κάμπτω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
svinge, bøje, sving, Bend, bøjning, bøjningen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάμπτω
κάμπτω συνώνυμο, κάμπτω λεξικό γλώσσας δανικά, κάμπτω στα δανικά
Μεταφράσεις
- κάμπια στα δανικά - larve, kålorm, Caterpillar, Volvo, larvebånds-
- κάμπος στα δανικά - klar, slette, enkel, tydelig, plain, almindeligt, almindelig, ...
- κάνω στα δανικά - lave, konstruere, producere, gøre, gør, do, at gøre
- κάπα στα δανικά - cape, kappe, Kap, i Cape, forbjerget
Τυχαίες λέξεις
Κάμπτω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: svinge, bøje, sving, Bend, bøjning, bøjningen
Μεταφράσεις: svinge, bøje, sving, Bend, bøjning, bøjningen