Κάπρος στα δανικά

Μετάφραση: κάπρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
orne, og sender, sender
Κάπρος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάπρος

κάπρος του ερύμανθου, κάπρος σεραφείμ, κάπρος του αυγεία, κάπρος εμπ, καλυδώνιος κάπρος, κάπρος λεξικό γλώσσας δανικά, κάπρος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κάποιος στα δανικά - nogen, en, en person, person
  • κάποτε στα δανικά - engang, et tidspunkt, engang i, andet tidspunkt
  • κάπως στα δανικά - noget, lidt, smule, en smule, nogen grad
  • κάρβουνα στα δανικά - kul, grilling, at grille, grille, grilning, grillning
Τυχαίες λέξεις
Κάπρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: orne, og sender, sender