Καθυστερούμενα στα δανικά

Μετάφραση: καθυστερούμενα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
restancer, restance, bagud, efterbetaling, efterbetalinger
Καθυστερούμενα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθυστερούμενα

καθυστερούμενα μισθώματα, καθυστερούμενα λεξικό γλώσσας δανικά, καθυστερούμενα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καθυστέρηση στα δανικά - udsætte, forsinkelse, forsinkelsen, muligt, forsinkelser, forsinket
  • καθυστερημένος στα δανικά - sen, retarderede, forsinket, retarderet, forsinkes, udviklingshæmmede
  • καθυστερώ στα δανικά - forsinkelse, forsinkelsen, muligt, forsinkelser, forsinket
  • καθωσπρέπει στα δανικά - rigtig, posh, fornemme, fisefornem, fin
Τυχαίες λέξεις
Καθυστερούμενα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: restancer, restance, bagud, efterbetaling, efterbetalinger