Καθόλου στα δανικά
Μετάφραση: καθόλου, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
slet ikke, overhovedet ikke, ikke på alle, slet, på ingen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθόλου
καθόλου περίοδος, καθόλου συμπτώματα εγκυμοσύνης, καθόλου καλά αθηνόραμα, καθόλου καλά, τα καθόλου, καθόλου λεξικό γλώσσας δανικά, καθόλου στα δανικά
Μεταφράσεις
- καθυστερώ στα δανικά - forsinkelse, forsinkelsen, muligt, forsinkelser, forsinket
- καθωσπρέπει στα δανικά - rigtig, posh, fornemme, fisefornem, fin
- και στα δανικά - og, også, samt
- καινοτομία στα δανικά - innovation, innovationen, nyskabelse, fornyelse
Τυχαίες λέξεις
Καθόλου στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: slet ikke, overhovedet ikke, ikke på alle, slet, på ingen
Μεταφράσεις: slet ikke, overhovedet ikke, ikke på alle, slet, på ingen