Καταρροή στα δανικά
Μετάφραση: καταρροή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
katar, katarrh, catarrh, snue
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταρροή
καταρροή και βήχας, καταρροή μύτης βότανα, καταρροή αντιμετώπιση, καταρροή της μύτης, καταρροή μωρό, καταρροή λεξικό γλώσσας δανικά, καταρροή στα δανικά
Μεταφράσεις
- καταρρέω στα δανικά - molder
- καταρρακτώδης στα δανικά - voldsomme, rivende, voldsom, de voldsomme, styrtende
- κατασκήνωση στα δανικά - camping, lejr, lejren, camp, campingplads
- κατασκευάζω στα δανικά - fabrikere, fremstille, konstruere, producere, bygge, fremstilling, fremstilling af, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταρροή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: katar, katarrh, catarrh, snue
Μεταφράσεις: katar, katarrh, catarrh, snue