Καταρροή στα εσθονικά
Μετάφραση: καταρροή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
katarr, põletiku, katarri, Limaskesta põletik, põletiku puhul
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταρροή
καταρροή και βήχας, καταρροή μύτης βότανα, καταρροή αντιμετώπιση, καταρροή της μύτης, καταρροή μωρό, καταρροή λεξικό γλώσσας εσθονικά, καταρροή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καταρρέω στα εσθονικά - krahh, langus, kollaps, valaja, Mölder, molder, vormija, ...
- καταρρακτώδης στα εσθονικά - valinguline, valingulised, Ryöppyävä, vihmavalingute, paduvihmast
- κατασκήνωση στα εσθονικά - telkimine, laager, laagris, laagri, laagrisse, leeri
- κατασκευάζω στα εσθονικά - panema, tootma, koostama, tegema, tootmine, ehitama, fabritseerima, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταρροή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: katarr, põletiku, katarri, Limaskesta põletik, põletiku puhul
Μεταφράσεις: katarr, põletiku, katarri, Limaskesta põletik, põletiku puhul