Καταρροή στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καταρροή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хрема
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταρροή
καταρροή και βήχας, καταρροή μύτης βότανα, καταρροή αντιμετώπιση, καταρροή της μύτης, καταρροή μωρό, καταρροή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καταρροή στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- καταρρέω στα σλαβομακεδονικά - творец
- καταρρακτώδης στα σλαβομακεδονικά - поројните, поројни, поројниот, пороен, обилни
- κατασκήνωση στα σλαβομακεδονικά - камп, логор, кампот, логорот, стана
- κατασκευάζω στα σλαβομακεδονικά - концепт, индустрија, фабрикувам, произведат, фабрикуваат, фабрикување, се произведат
Τυχαίες λέξεις
Καταρροή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: хрема
Μεταφράσεις: хрема