Κιτρινωπός στα δανικά
Μετάφραση: κιτρινωπός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gullig, gulligt, gullige, gul, gullighvidt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κιτρινωπός
κιτρινωπός λεξικό γλώσσας δανικά, κιτρινωπός στα δανικά
Μεταφράσεις
- κισσός στα δανικά - efeu, vedbend, Ivy, sumak
- κιτρινίλα στα δανικά - gulfarvning, gulhed, yellowness, gullighed, gule farve
- κλάδος στα δανικά - gren, afdeling, filial, branchen, branche
- κλάμα στα δανικά - råb, græde, skrig, cry, råbet
Τυχαίες λέξεις
Κιτρινωπός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gullig, gulligt, gullige, gul, gullighvidt
Μεταφράσεις: gullig, gulligt, gullige, gul, gullighvidt