Κιτρινωπός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κιτρινωπός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amarelado, amarelada, amarelo, amareladas, amarelados
Κιτρινωπός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κιτρινωπός

κιτρινωπός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κιτρινωπός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κισσός στα πορτογαλικά - hera, Ivy, da hera, de hera, a hera
  • κιτρινίλα στα πορτογαλικά - cor amarela, tom amarelado, amarelecimento, de amarelecimento, amarelado
  • κλάδος στα πορτογαλικά - sucursal, ramo, galho, filial, ramificação
  • κλάμα στα πορτογαλικά - grito, clamor, choro, chorar, grito de
Τυχαίες λέξεις
Κιτρινωπός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: amarelado, amarelada, amarelo, amareladas, amarelados