Κληρονομικός στα δανικά
Μετάφραση: κληρονομικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
arvelig, arvelige, arveligt, nedarvet, hereditært
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κληρονομικός
κληρονομικός καρκίνος του μαστού, κληρονομικός καρκίνος παχέος εντέρου, διαβήτης κληρονομικός, κληρονομικός καρκίνος, κληρονομικός λεξικό γλώσσας δανικά, κληρονομικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- κληροδοτώ στα δανικά - testamentere, efterlader, testamenterer, at testamentere, lade gå i arv
- κληρονομιά στα δανικά - arv, kulturarv, kulturarven, af kulturarven
- κληρονομικότητα στα δανικά - arvelighed, arv, arvelighedsenheder, arveenheder, arvelige
- κληρονομώ στα δανικά - arve, arver, at arve, overtage, arv
Τυχαίες λέξεις
Κληρονομικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: arvelig, arvelige, arveligt, nedarvet, hereditært
Μεταφράσεις: arvelig, arvelige, arveligt, nedarvet, hereditært