Κοντά στα δανικά
Μετάφραση: κοντά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nær, lukke, næsten, tæt, close, Luk, tæt på
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοντά
κοντά στις ράγες, κοντά σου θα ρθω - αφηρημένη όχθη (στίχοι), κοντά γυναικεία κουρέματα, κοντά στα ξημερώματα, κοντά μαλλιά 2014, κοντά λεξικό γλώσσας δανικά, κοντά στα δανικά
Μεταφράσεις
- κονκάρδα στα δανικά - kokarden, cockade
- κονσέρβα στα δανικά - dåse, blik, tin, kande
- κοντάρι στα δανικά - stav, stang, polet, pole, pol, pæl
- κονταίνω στα δανικά - forkorte, afkorte, kortere, forkorter, at forkorte
Τυχαίες λέξεις
Κοντά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nær, lukke, næsten, tæt, close, Luk, tæt på
Μεταφράσεις: nær, lukke, næsten, tæt, close, Luk, tæt på