Κορόνα στα δανικά
Μετάφραση: κορόνα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
krone, højdepunkt, Crown, kronen, af Crown, Crowns
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορόνα
φαμπρίτσιο κορόνα, κορώνα γράμματα, κορώνα ή κορώνα, κορώνα τσεχίας, κορώνα ιός, κορόνα λεξικό γλώσσας δανικά, κορόνα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κορυφογραμμή στα δανικά - højderyg, Ridge, højderyggen, kant, ryg
- κορυφώνω στα δανικά - toppunkt, øverst, top, højdepunkt, spids, kulminerer, være kulminationen på, ...
- κορώνα στα δανικά - højdepunkt, krone, Corona, korona, koronaen
- κοσκινίζω στα δανικά - si, gåde, finkæmme, støvtætte, sigte, sift, sortere
Τυχαίες λέξεις
Κορόνα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: krone, højdepunkt, Crown, kronen, af Crown, Crowns
Μεταφράσεις: krone, højdepunkt, Crown, kronen, af Crown, Crowns