Κορόνα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κορόνα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
корона, короната, венец, на короната, краун
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορόνα
φαμπρίτσιο κορόνα, κορώνα γράμματα, κορώνα ή κορώνα, κορώνα τσεχίας, κορώνα ιός, κορόνα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κορόνα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κορυφογραμμή στα βουλγαρικά - хребет, гребен, билото, било, ръб
- κορυφώνω στα βουλγαρικά - кулминира, кулминацията, завършва, поставя кулминацията, кулминация
- κορώνα στα βουλγαρικά - корона, Corona, короната, на короната, коронен
- κοσκινίζω στα βουλγαρικά - загадка, решето, пресявам, ръся, пресее, пресея, се пресее
Τυχαίες λέξεις
Κορόνα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: корона, короната, венец, на короната, краун
Μεταφράσεις: корона, короната, венец, на короната, краун