Κορόνα στα εσθονικά
Μετάφραση: κορόνα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kroon, Crown, võra, krooni, kroonnupp
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορόνα
φαμπρίτσιο κορόνα, κορώνα γράμματα, κορώνα ή κορώνα, κορώνα τσεχίας, κορώνα ιός, κορόνα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κορόνα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κορυφογραμμή στα εσθονικά - vall, muldama, hari, kant, katuseharja, harja, Ridge
- κορυφώνω στα εσθονικά - kulmineerub
- κορώνα στα εσθονικά - pärg, koroona, corona, koroonalahendusega, koronaviirus
- κοσκινίζω στα εσθονικά - sõel, sõelur, mõistatus, sõeluma, Siivilöidä, sõeluda, puistumiskindlad, ...
Τυχαίες λέξεις
Κορόνα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kroon, Crown, võra, krooni, kroonnupp
Μεταφράσεις: kroon, Crown, võra, krooni, kroonnupp