Κοστίζω στα δανικά

Μετάφραση: κοστίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pris, koste, kostizo
Κοστίζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοστίζω

κοστίζω λεξικό γλώσσας δανικά, κοστίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κοσμιότητα στα δανικά - anstændighed, moral, anstændigvis, anstændigheden
  • κοσμώ στα δανικά - smykke, nåde, Naade, afdragsfri, ynde, grace
  • κοστούμι στα δανικά - dragt, jakkesæt, suit, kulør, trop
  • κοτοπουλάκι στα δανικά - chick, kylling, brud, kyllinger, af kyllinger
Τυχαίες λέξεις
Κοστίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pris, koste, kostizo