Κοστίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κοστίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
custar, custo, custos, kostizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοστίζω
κοστίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κοστίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κοσμιότητα στα πορτογαλικά - decência, a decência, decoro, da decência, pudor
- κοσμώ στα πορτογαλικά - adornar, decorar, ornamentar, graça, a graça, carência, grace, ...
- κοστούμι στα πορτογαλικά - sugestão, traje, caber, pleito, veste, processo, convir, ...
- κοτοπουλάκι στα πορτογαλικά - garota, menina, rapariga, pintainho, moça, pintinho, pintainho do, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοστίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: custar, custo, custos, kostizo
Μεταφράσεις: custar, custo, custos, kostizo