Μεταγράφω στα δανικά

Μετάφραση: μεταγράφω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
omskrive, translitterere
Μεταγράφω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεταγράφω

μεταγράφω λεξικό γλώσσας δανικά, μεταγράφω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μεταγενέστερος στα δανικά - efterfølgende, senere, efter, den efterfølgende, efterfoelgende
  • μεταγλωττίζω στα δανικά - oversætte, omsætte, oversætter, at oversætte, translate
  • μεταδίδω στα δανικά - transmittere, overføre, sende, fremsende, fremsender
  • μεταδοτικός στα δανικά - smitsom, smitsomme, kontagiøs, smittende, smitter
Τυχαίες λέξεις
Μεταγράφω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: omskrive, translitterere