Μηρός στα δανικά
Μετάφραση: μηρός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lår, låret, af låret, på låret, Lænd
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μηρός
μηρός μεταφραση, μηρός ανατομια, μηρός στα αγγλικα, μηρός ανθρώπου, ο μηρόσ, μηρός λεξικό γλώσσας δανικά, μηρός στα δανικά
Μεταφράσεις
- μηνιαίος στα δανικά - månedlige, Månedlig, månedligt, hver måned, måneden
- μηνύω στα δανικά - bespeak
- μητέρα στα δανικά - moder, mor, moderen, moderens
- μητριά στα δανικά - stedmor, stedmoder, stedmoderen, onde stedmor
Τυχαίες λέξεις
Μηρός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lår, låret, af låret, på låret, Lænd
Μεταφράσεις: lår, låret, af låret, på låret, Lænd