Μιμούμαι στα δανικά
Μετάφραση: μιμούμαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
imitere, ekko, kopiere, genlyd, efterligne, abe, ape, aben, aber
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μιμούμαι
μιμούμαι κλίση, μιμούμαι προστακτική, μιμούμαι συνώνυμο, μιμούμαι συνώνυμα, μιμούμαι λεξικό γλώσσας δανικά, μιμούμαι στα δανικά
Μεταφράσεις
- μικρόψυχος στα δανικά - pusillanimous, feje
- μιλώ στα δανικά - tale, taler, sige, at tale, ordet
- μισθοφορικός στα δανικά - lejesoldat, lejesoldater, lejesoldaten, af lejesoldater
- μισθοφόρος στα δανικά - lejesoldat, lejesoldater, lejesoldaten, af lejesoldater
Τυχαίες λέξεις
Μιμούμαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: imitere, ekko, kopiere, genlyd, efterligne, abe, ape, aben, aber
Μεταφράσεις: imitere, ekko, kopiere, genlyd, efterligne, abe, ape, aben, aber