Ekko στα ελληνικά
Μετάφραση: ekko, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντήχηση, αντηχώ, αντιλαλώ, μιμούμαι, ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO
Μεταφράσεις
- ejendommelig στα ελληνικά - ιδιόμορφος, περίεργη, ιδιόμορφη, ιδιόμορφο, περίεργο
- ejer στα ελληνικά - κάτοχος, κτήτορας, ιδιοκτήτης, χρήσης, Ιδιοκτήτη, ο ιδιοκτήτης, τον ιδιοκτήτη
- ekliptika στα ελληνικά - εκλειπτική, εκλειπτικής, ecliptic, εκλειπτικός, της εκλειπτικής
- eksamen στα ελληνικά - διεργασία, ελέγχω, εξέταση, Εξετάσεων, εξετάσεις, τις εξετάσεις, Εξέτασης
Τυχαίες λέξεις
Ekko στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντήχηση, αντηχώ, αντιλαλώ, μιμούμαι, ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO
Μεταφράσεις: αντήχηση, αντηχώ, αντιλαλώ, μιμούμαι, ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO