Μοιρολατρία στα δανικά

Μετάφραση: μοιρολατρία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fatalisme, fatalismen, skæbnetro, fatalistisk
Μοιρολατρία στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιρολατρία

μοιρολατρία ορισμος, μοιρολατρία λεξικο, μοιρολατρία σημασια, μοιρολατρία λεξικό γλώσσας δανικά, μοιρολατρία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μοιρασμένος στα δανικά - fælles, vindmøller, vindmøllerne, møller, møllerne
  • μοιρογνωμόνιο στα δανικά - vinkelmåler, vinkelmåleren
  • μοιρολατρικός στα δανικά - fatalistisk, fatalistiske, skæbnesvanger, en skæbnesvanger, et fatalistisk
  • μοιρολογώ στα δανικά - begræde, græde, begræder, sørge over, bewail
Τυχαίες λέξεις
Μοιρολατρία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fatalisme, fatalismen, skæbnetro, fatalistisk