Μπουμπούκι στα δανικά

Μετάφραση: μπουμπούκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Bud, opløbet, knop, af Bud, fødslen
Μπουμπούκι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπουμπούκι

μπουμπούκι συνώνυμο, μπουμπούκι νηπιαγωγείο, μπουμπούκι τριαντάφυλλο, το μπουμπούκι, μπουμπούκι λεξικό γλώσσας δανικά, μπουμπούκι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μπουκιά στα δανικά - mundfuld, stor mundfuld
  • μπουμπουνίζω στα δανικά - torden, tordne, boumpounizo
  • μπουντρούμι στα δανικά - Dungeon, fangehul lidt rarere, Fangehul, fangehullet
  • μπουσουλάω στα δανικά - krybe, crawl, gennemgang, kravle, gennemsøgning, webcrawler
Τυχαίες λέξεις
Μπουμπούκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Bud, opløbet, knop, af Bud, fødslen