Μπόχα στα δανικά

Μετάφραση: μπόχα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stank, mæthed, mæthedsfornemmelse, mæthedsfornemmelsen, mæthedsfornemmelsesgivende
Μπόχα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπόχα

μπόχα ετυμολογία, μπόχα βρώμα του παο, μπόχα βρώμα, μπόχα λεξικό γλώσσας δανικά, μπόχα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μπόσικος στα δανικά - sid, løs, frigive, bosikos
  • μπότα στα δανικά - støvle, boot, start, opstart
  • μπύρα στα δανικά - øl, beer, øllet, af øl
  • μυελός στα δανικά - medulla, marv, medullaen
Τυχαίες λέξεις
Μπόχα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stank, mæthed, mæthedsfornemmelse, mæthedsfornemmelsen, mæthedsfornemmelsesgivende