Μπόχα στα ουκρανικά
Μετάφραση: μπόχα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сморід, ситість, насичуєтеся
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπόχα
μπόχα ετυμολογία, μπόχα βρώμα του παο, μπόχα βρώμα, μπόχα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπόχα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μπόσικος στα ουκρανικά - неактивний, петлі, недбалий, несильний, розбещений, bosikos
- μπότα στα ουκρανικά - фартух, черевик, чобіт, черевиків, вирушати, черевика, чобіток, ...
- μπύρα στα ουκρανικά - ель, пиво
- μυελός στα ουκρανικά - псування, кістковий мозок, мозок, кістковий мозг
Τυχαίες λέξεις
Μπόχα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сморід, ситість, насичуєтеся
Μεταφράσεις: сморід, ситість, насичуєтеся