Νόμος στα δανικά
Μετάφραση: νόμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lov, ret, lovgivning, loven, lovgivningen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόμος
νόμος 4174/13, νόμος 4178, νόμος κατσέλη, νόμος 4172, νόμος καλλικράτη, νόμος λεξικό γλώσσας δανικά, νόμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- νόμιμος στα δανικά - lovlig, juridiske, juridisk, retlige, retlig
- νόμισμα στα δανικά - valuta, mønt, valutaen
- νόρμα στα δανικά - norm, normen, reglen
- νόσος στα δανικά - sygdom, sygdommen, sygdomme, disease
Τυχαίες λέξεις
Νόμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lov, ret, lovgivning, loven, lovgivningen
Μεταφράσεις: lov, ret, lovgivning, loven, lovgivningen