Ολόσωμα στα δανικά
Μετάφραση: ολόσωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
integreret, integralt, ét, i ét, sammenhængende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολόσωμα
ολόσωμα μαξιλάρια εγκυμοσύνης, ολόσωμα λαστεξ, ολόσωμα μαγιό med, ολόσωμα μαγιό 2014 triumph, ολόσωμα μαγιο 2012, ολόσωμα λεξικό γλώσσας δανικά, ολόσωμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ολόιδιος στα δανικά - identisk, identiske, samme, ens, er identisk
- ολόκληρος στα δανικά - hel, fuldstændig, hele, komplet, fuld, helhed, helt, ...
- ομάδα στα δανικά - gruppe, gruppering, hold, team, patrulje, gruppen, koncernen, ...
- ομήγυρη στα δανικά - selskab, firma, panel har, panel med
Τυχαίες λέξεις
Ολόσωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: integreret, integralt, ét, i ét, sammenhængende
Μεταφράσεις: integreret, integralt, ét, i ét, sammenhængende