Ολόσωμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: ολόσωμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
integrally, einu lagi, innbyggðum, sameiginlega felld, sambyggt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολόσωμα
ολόσωμα μαξιλάρια εγκυμοσύνης, ολόσωμα λαστεξ, ολόσωμα μαγιό med, ολόσωμα μαγιό 2014 triumph, ολόσωμα μαγιο 2012, ολόσωμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ολόσωμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ολόιδιος στα ισλανδικά - eins með, nákvæmlega eins, nákvæmlega, nákvæmlega eins og, samhljóða
- ολόκληρος στα ισλανδικά - heil, fullgera, fullkominn, gjörvallur, heild, allt, allur, ...
- ομάδα στα ισλανδικά - hópur, lið, hóp, hópurinn, hópnum, hópi
- ομήγυρη στα ισλανδικά - félag, flokka, spjaldið, pallborð, Panel, flatskjár, Stjórnborð
Τυχαίες λέξεις
Ολόσωμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: integrally, einu lagi, innbyggðum, sameiginlega felld, sambyggt
Μεταφράσεις: integrally, einu lagi, innbyggðum, sameiginlega felld, sambyggt