Ομοιότητα στα δανικά
Μετάφραση: ομοιότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lighed, ligheden, ligner, ligheder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοιότητα
ομοιότητα συνώνυμα, ομοιότητα συνημιτόνου, καθε ομοιότητα, αυτοομοιότητα, ομοιότητα ορθογωνίων τριγώνων, ομοιότητα λεξικό γλώσσας δανικά, ομοιότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ομοιομορφία στα δανικά - ensartethed, ensartet, ensartede, ensartetheden, en ensartet
- ομοιόμορφος στα δανικά - uniform, ensartet, ensartede, en ensartet, fælles
- ομολογία στα δανικά - homologi, homologien, homolog
- ομολογώ στα δανικά - skrifte, bekende, tilstå, indrømme, bekender
Τυχαίες λέξεις
Ομοιότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lighed, ligheden, ligner, ligheder
Μεταφράσεις: lighed, ligheden, ligner, ligheder