Παρακάμπτω στα δανικά
Μετάφραση: παρακάμπτω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
omvej, afstikker, omvejen, omkørsel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακάμπτω
παρακάμπτω συνώνυμο, παρακάμπτω in english, παρακάμπτω συνώνυμα, παρακάμπτω λεξικό γλώσσας δανικά, παρακάμπτω στα δανικά
Μεταφράσεις
- παραινώ στα δανικά - formane, formaner, påtale, en påtale, påminde
- παραιτούμαι στα δανικά - afgå, løslade, forlade, tilladelse, træde tilbage, fratræde, gå af, ...
- παρακίνηση στα δανικά - tilskyndelse, ansporing, incitament, tilskyndelse til, holdningspåvirkning
- παρακαλώ στα δανικά - bede, anmodning, anmode, behage, bøn, venligst, bedes, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρακάμπτω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: omvej, afstikker, omvejen, omkørsel
Μεταφράσεις: omvej, afstikker, omvejen, omkørsel