Παρακινώ στα δανικά

Μετάφραση: παρακινώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nøde, udfordre, opfordre, opfordrer, tilskynde, opfordrer indtrængende, indtrængende opfordre
Παρακινώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακινώ

παρακινώ συνώνυμο, παρακινώ english, παρακινώ συνώνυμα, παρακινώ αγγλικα, παρακινώ λεξικό γλώσσας δανικά, παρακινώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παρακείμενος στα δανικά - tilstødende, støder op, ved siden, støder, der støder op
  • παρακεντώ στα δανικά - hane, Parakente
  • παρακλάδι στα δανικά - udløber, aflægger, særdirektiv, forgrening, udløber af
  • παρακμάζω στα δανικά - ebbe, ebb
Τυχαίες λέξεις
Παρακινώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nøde, udfordre, opfordre, opfordrer, tilskynde, opfordrer indtrængende, indtrængende opfordre