Παρακρατώ στα δανικά

Μετάφραση: παρακρατώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lager, forråd, anmelde, reservere, bestille, tilbageholde, at tilbageholde, nægte, tilbageholder, afslå
Παρακρατώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακρατώ

παρακρατώ αγγλικά, παρακρατώ λεξικό γλώσσας δανικά, παρακρατώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παρακολούθηση στα δανικά - iagttagelse, observation, bemærkning, overvågning, observationer
  • παρακράτηση στα δανικά - tilbageholdelse, kildeskat, tilbageholde, udbytteskat, indeholdelse
  • παρακωλύω στα δανικά - hindre, forhindre, forstyrre, hindrer, blokere, hinder, lægge hindringer i vejen
  • παρακώλυση στα δανικά - forhindring, hindring, obstruktion, hindringer, forhindringer
Τυχαίες λέξεις
Παρακρατώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lager, forråd, anmelde, reservere, bestille, tilbageholde, at tilbageholde, nægte, tilbageholder, afslå