Παρακρατώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παρακρατώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
запазвам, акции, добитък, удържи, удържа, задържи, удържат, откаже
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακρατώ
παρακρατώ αγγλικά, παρακρατώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παρακρατώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παρακολούθηση στα βουλγαρικά - наблюдение, наблюдението, наблюдение на, наблюдения, за наблюдение
- παρακράτηση στα βουλγαρικά - памет, удържан при източника, при източника, удържане, източника
- παρακωλύω στα βουλγαρικά - препятства, възпрепятстват, възпрепятства, пречи, пречат на
- παρακώλυση στα βουλγαρικά - заграждение, обструкция, запушване, препятствие, обструкция на, възпрепятстване
Τυχαίες λέξεις
Παρακρατώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: запазвам, акции, добитък, удържи, удържа, задържи, удържат, откаже
Μεταφράσεις: запазвам, акции, добитък, удържи, удържа, задържи, удържат, откаже