Παρακρατώ στα λιθουανικά

Μετάφραση: παρακρατώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsarga, gyvuliai, veislė, sulaikyti, neduoti, sustabdyti, išskaičiuoti, nesuteikti
Παρακρατώ στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακρατώ

παρακρατώ αγγλικά, παρακρατώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παρακρατώ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • παρακολούθηση στα λιθουανικά - kitas, šis, stebėjimas, medžioklė, pastebėjimas, stebėjimo, pastaba, ...
  • παρακράτηση στα λιθουανικά - atmintis, išskaičiuojamojo, išskaičiavimo, prie šaltinio, išskaičiuojamasis, prie pajamų šaltinio
  • παρακωλύω στα λιθουανικά - trukdyti, trukdo, kliudyti, užstoti, trukdoma
  • παρακώλυση στα λιθουανικά - kliuvinys, kliūtis, obstrukcija, kliūčių, nepraeinamumas, obstrukcijos
Τυχαίες λέξεις
Παρακρατώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsarga, gyvuliai, veislė, sulaikyti, neduoti, sustabdyti, išskaičiuoti, nesuteikti