Πιστότητα στα δανικά

Μετάφραση: πιστότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fidelity, troskab, fi
Πιστότητα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιστότητα

χρωματική πιστότητα, υψηλή πιστότητα, πιστότητα ορισμός, πιστότητα συνώνυμο, πιστότητα πελάτη, πιστότητα λεξικό γλώσσας δανικά, πιστότητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πιστόνι στα δανικά - stempel, stemplet, stemplets
  • πιστός στα δανικά - tro, troende, tilhænger, troendes, tilhænger af
  • πιτζάμα στα δανικά - pyjamas, pajamas, pyjamasser, pyjamas til
  • πιτσιλάω στα δανικά - splash, stænk, plask, sprøjt, plaske
Τυχαίες λέξεις
Πιστότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fidelity, troskab, fi