Πορθμός στα δανικά
Μετάφραση: πορθμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stræde, strædet, Strait, snævre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πορθμός
πορθμός μαγγελάνου, πορθμός ευρίπου, πορθμός του μαγγελάνου, πορθμός ευρίπου πληροφοριες, πορθμός μάλακα, πορθμός λεξικό γλώσσας δανικά, πορθμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- πονώ στα δανικά - såre, smerte, smerter, smerterne, smerten, smerterne i
- πορεία στα δανικά - titel, vej, rute, overskrift, kursus, naturligvis, selvfølgelig, ...
- πορνογραφία στα δανικά - pornografi, børnepornografi, porno, pornografiens
- πορσελάνη στα δανικά - porcelæn, af porcelæn, porcelænet, porcelæns
Τυχαίες λέξεις
Πορθμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stræde, strædet, Strait, snævre
Μεταφράσεις: stræde, strædet, Strait, snævre