Προέκταση στα δανικά
Μετάφραση: προέκταση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
udvidelse, forlængelse, udvidelsen, forlængelsen, udvide
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προέκταση
προέκταση μαιάνδρου (άνωθεν περιφερειακού) - θεσσαλονίκη, προέκταση usb, προέκταση ελ. βενιζέλου γλυκά νερά, προέκταση μακρυγιάννη, προέκταση pvc βούρτσας καμινάδας, προέκταση λεξικό γλώσσας δανικά, προέκταση στα δανικά
Μεταφράσεις
- προάγω στα δανικά - boom, bommen, bom, opsving, højkonjunktur
- προάστιο στα δανικά - forstad, Suburb, forstaden, Bydel, forstad til
- προέλευση στα δανικά - oprindelse, kilde, udspring, oprindelsesbetegnelser, oprindelsesbetegnelse, oprindelsen
- προέρχομαι στα δανικά - kommer fra, komme fra, stammer fra, kommet fra, stamme fra
Τυχαίες λέξεις
Προέκταση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: udvidelse, forlængelse, udvidelsen, forlængelsen, udvide
Μεταφράσεις: udvidelse, forlængelse, udvidelsen, forlængelsen, udvide