Λέξη: τέρμα

Σχετικές λέξεις: τέρμα

τέρμα ποδοσφαίρου για παιδιά, τέρμα τα παράπονα, τέρμα μικράς ασίας άνω γλυφάδα, τέρμα το διάλειμμα, τέρμα το διάλειμμα lyrics, τέρμα ποδοσφαίρου, τέρμα τα δίφραγκα, τέρμα η ιστορία-αντώνης ρέμος στιχοι, τέρμα το ποτάμι, τέρμα-λένα παπαδοπούλου lyrics

Συνώνυμα: τέρμα

τέλος, άκρο, λήξη, πέρας, φινάλε, γκολ, τελικός σκοπός, όριο, προορισμός, τερματικό, ακροδέκτης, τελικός σταθμός, σχολικό τρίμηνο, τελικός σταθμός σιδηροδρόμου

Μεταφράσεις: τέρμα

τέρμα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
terminus, end, goal, terminal, an end

τέρμα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
término, fin, final, extremo, terminar

τέρμα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kopfbahnhof, endstelle, endstation, ende, Ende, End, Zweck

τέρμα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
terminus, terme, fin, extrémité, bout, la fin, fin de

τέρμα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fine, termine, estremità, finale, fondo

τέρμα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fim, final, extremidade, efeito, end

τέρμα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
einde, eind, uiteinde, end, afloop

τέρμα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вокзал, конец, конца, конечный, окончание, завершение

τέρμα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
end, slutten, slutt, enden, ende

τέρμα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ände, änden, slutet, slut, utgången

τέρμα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pää, lopussa, loppuun, loppua, lopulla

τέρμα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ende, udgangen, slutningen, enden, afslutningen

τέρμα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mezník, konec, konce, end, koncový, koncové

τέρμα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
koniec, autobus, zakończenie, końcówka, końca, końcowy

τέρμα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
végcél, vég, végén, vége, végéig, végére

τέρμα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
son, uç, sonu, bitiş, ucu

τέρμα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кінець, край, наприкінці

τέρμα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fund, fundi, në fund, fund të, përfundimtar

τέρμα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
край, краен, цел, края, края на

τέρμα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
канец, Конец

τέρμα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lõpp-punkt, piiripost, lõppjaam, lõpp, ots, lõpuks, lõpus, lõppu

τέρμα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
završetak, kraj, granica, end, krajnji, na kraju, vrijeme završetka

τέρμα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
enda, endir, lok, hætta

τέρμα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pabaiga, galas, pabaigos, galutinio, pabaigoje

τέρμα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
beigas, gals, beigām, gala, beigu

τέρμα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крајот, крај, крајот на, end, крајниот

τέρμα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sfârșit, scop, capăt, final, end

τέρμα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
konec, end, končni, končne, konca

τέρμα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
konečná, koniec, konci

Στατιστικά δημοτικότητας: τέρμα

Τυχαίες λέξεις