Προαγωγή στα δανικά
Μετάφραση: προαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfremmelse, fremme, at fremme, markedsføring, fremme af
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προαγωγή
προαγωγή α επαλ, προαγωγή μαθητών α λυκείου, προαγωγή ψυχικής υγείας-πρόληψη ψυχιατρικών διαταραχών, προαγωγή και αγωγή της υγείας, προαγωγή δημοσίων υπαλλήλων, προαγωγή λεξικό γλώσσας δανικά, προαγωγή στα δανικά
Μεταφράσεις
- προέρχομαι στα δανικά - kommer fra, komme fra, stammer fra, kommet fra, stamme fra
- προαίρεση στα δανικά - vilje, hensigt, option, mulighed, indstilling, mulighed for, løsning
- προαύλιο στα δανικά - yard, gård, gårdsplads, forplads, forgård, forpladsen, en forplads
- προβάλλω στα δανικά - projekt, opstille, fremviser imidlertid, propound, formidler deres
Τυχαίες λέξεις
Προαγωγή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forfremmelse, fremme, at fremme, markedsføring, fremme af
Μεταφράσεις: forfremmelse, fremme, at fremme, markedsføring, fremme af