Προαγωγή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: προαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
promoção, acesso, divulgar, a promoção, de promoção, promoção da
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προαγωγή
προαγωγή α επαλ, προαγωγή μαθητών α λυκείου, προαγωγή ψυχικής υγείας-πρόληψη ψυχιατρικών διαταραχών, προαγωγή και αγωγή της υγείας, προαγωγή δημοσίων υπαλλήλων, προαγωγή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προαγωγή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- προέρχομαι στα πορτογαλικά - originalmente, origine, derivar, descer, vir, baixar, derivação, ...
- προαίρεση στα πορτογαλικά - intensificar, vontade, testamento, intenção, querer, opção, opção de, ...
- προαύλιο στα πορτογαλικά - jarda, pátio, quintal, xerografia, terreiro, adro, átrio, ...
- προβάλλω στα πορτογαλικά - projectos, traçado, proscrever, proíba, projecto, plano, propor, ...
Τυχαίες λέξεις
Προαγωγή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: promoção, acesso, divulgar, a promoção, de promoção, promoção da
Μεταφράσεις: promoção, acesso, divulgar, a promoção, de promoção, promoção da