Προσαρμογή στα δανικά

Μετάφραση: προσαρμογή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
justering, tilpasning, regulering, indstilling, tilpasningen
Προσαρμογή στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσαρμογή

προσαρμογή και έλεγχος google chrome, προσαρμογή robots.txt, προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, προσαρμογή στο σχολείο, προσαρμογή στο σχολείο πρόληψη και αντιμετώπιση δυσκολιών, προσαρμογή λεξικό γλώσσας δανικά, προσαρμογή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προσανατολίζω στα δανικά - orient, orientere, Orienten, pejlesnor, orientalske
  • προσαράσσω στα δανικά - land, grund, fornuft, jord, strandede, strandet, strenget, ...
  • προσαρμόζω στα δανικά - tandhjul, indrette, justere, tilpasse, indstille, justeres, at justere
  • προσαύξηση στα δανικά - tillæg, tillægsgebyr, mod tillægsgebyr, gebyr, mod gebyr
Τυχαίες λέξεις
Προσαρμογή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: justering, tilpasning, regulering, indstilling, tilpasningen