Προσαρμογή στα λιθουανικά
Μετάφραση: προσαρμογή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
reguliavimas, koregavimas, koreguoti, koregavimo, patikslinimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσαρμογή
προσαρμογή και έλεγχος google chrome, προσαρμογή robots.txt, προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, προσαρμογή στο σχολείο, προσαρμογή στο σχολείο πρόληψη και αντιμετώπιση δυσκολιών, προσαρμογή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, προσαρμογή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- προσανατολίζω στα λιθουανικά - orientuotis, Orient, nukreipti, Rytai, orientuoti
- προσαράσσω στα λιθουανικά - sausuma, žemė, Suvyta, užsilikusius, dideles, per dideles, įstrigčiau
- προσαρμόζω στα λιθουανικά - reguliuoti, koreguoti, sureguliuoti, prisitaikyti, pakoreguoti
- προσαύξηση στα λιθουανικά - priemoka, už papildomą mokestį, papildomą mokestį, paprašius, papildomas mokestis
Τυχαίες λέξεις
Προσαρμογή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: reguliavimas, koregavimas, koreguoti, koregavimo, patikslinimas
Μεταφράσεις: reguliavimas, koregavimas, koreguoti, koregavimo, patikslinimas