Τόκος στα αγγλικά

Μετάφραση: τόκος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
interest, interest is, interest shall
Τόκος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: τόκος

usance
  • τόκος
  • εισόδημα από χρήση
  • προθεσμία πληρωμής
interest
  • ενδιαφέρο
  • συμφέρο
  • τόκος

Σχετικές λέξεις: τόκος

τόκος υπερημερίας νπδδ, τόκος υπερημερίας δημοσίου 6, τόκος υπερημερίας υπολογισμός, τόκος επιδικίας, τόκος δημοσίου, τόκος λεξικό γλώσσας αγγλικά, τόκος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • τυχερός στα αγγλικά - lucky, fortunate
  • τωρινός στα αγγλικά - current, present, of today
  • τόλμη στα αγγλικά - boldness, daring, spunk, temerity, courage
  • τόλμημα στα αγγλικά - daring, bold, venture
Τυχαίες λέξεις
Τόκος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: interest, interest is, interest shall