Προσδένω στα δανικά

Μετάφραση: προσδένω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hitch, hage, anhængertræk, liften, ophæng
Προσδένω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσδένω

προσδένω λεξικό γλώσσας δανικά, προσδένω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προσγειώνομαι στα δανικά - jord, lande, land, fange, deplane
  • προσγειώνω στα δανικά - land, fange, lande, jord, deplane
  • προσδιορίζω στα δανικά - beslutte, afgøre, befæste, bestemme, jeg, I
  • προσδοκία στα δανικά - forventning, forventning om, forventninger, forventningen
Τυχαίες λέξεις
Προσδένω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hitch, hage, anhængertræk, liften, ophæng