Προσδοκία στα δανικά
Μετάφραση: προσδοκία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forventning, forventning om, forventninger, forventningen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσδοκία
προσδοκία ορισμός, προσδοκία δικαιώματος, προσδοκία είναι, προσδοκία σημασία, προσδοκια συνώνυμα, προσδοκία λεξικό γλώσσας δανικά, προσδοκία στα δανικά
Μεταφράσεις
- προσδένω στα δανικά - hitch, hage, anhængertræk, liften, ophæng
- προσδιορίζω στα δανικά - beslutte, afgøre, befæste, bestemme, jeg, I
- προσδοκώ στα δανικά - vente, afvente, forvente, forventer, kan forvente
- προσεγγίζω στα δανικά - randen, nippet, kanten, nippet til, grænsen
Τυχαίες λέξεις
Προσδοκία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forventning, forventning om, forventninger, forventningen
Μεταφράσεις: forventning, forventning om, forventninger, forventningen