Προσελκύω στα δανικά

Μετάφραση: προσελκύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tiltrække, tiltrækker, at tiltrække
Προσελκύω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσελκύω

προσελκύω κλίση, προσελκύω συνώνυμο, προσελκύω αγγλικά, προσελκύω συνώνυμα, προσελκύω λεξικό γλώσσας δανικά, προσελκύω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προσεκτικά στα δανικά - omhyggeligt, nøje, forsigtigt, grundigt
  • προσεκτικός στα δανικά - opmærksom, forsigtig, omhyggelig, forsigtige, Pas
  • προσευχή στα δανικά - bøn, bønnen, bede, bønner
  • προσεχτικός στα δανικά - vagt, årvågne, på vagt, opmærksom, opmærksomme
Τυχαίες λέξεις
Προσελκύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tiltrække, tiltrækker, at tiltrække